Τετάρτη 1 Απριλίου 2020

ΓΑΣΤΡΙΝΩΜΑ: Ο ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΠΕΠΤΙΚΟΥ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΧΕΤΙΚΑ ΔΥΣΚΟΛΟ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΑΓΝΩΣΘΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΘΕΙ



Το γαστρίνωμα, ή σύνδρομο Zollinger - Ellison, είναι ένας νευροενδοκρινής όγκος που παράγει γαστρίνη, η οποία προκαλεί υπερέκκριση υδροχλωρικού οξέος στο στομάχι και οδηγεί στη δημιουργία ελκών στο πεπτικό σύστημα. Η υπερπαραγωγή γαστρίνης προκαλεί τη διαρκή διέγερση των οξυπαραγωγών κυττάρων του στομάχου με αποτέλεσμα την υπεροξύτητα του γαστρικού περιεχομένου. Αυτό με τη σειρά του έχει δύο βασικές συνέπειες:
  1. Κατ’ αρχάς, προκαλείται πεπτικό έλκος στον στόμαχο αλλά και στον υπόλοιπο γαστρεντερικό σωλήνα (οισοφάγο, δωδεκαδάκτυλο, λεπτό έντερο). Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι 0,1% των περιπτώσεων πεπτικού έλκους και 2% του υποτροπιάζοντος πεπτικού έλκους οφείλονται σε σύνδρομο γαστρινώματος. Τα έλκη αυτά συχνά είναι πολλαπλά, τείνουν δε να υποτροπιάζουν μετά τη συντηρητική θεραπεία.
  2. Από την άλλη μεριά, η διέλευση του υπερόξινου περιεχόμενου του στομάχου στο λεπτό έντερο μειώνει σημαντικά το pH του αυλού του και διαταράσσει κατ’ αυτόν τον τρόπο τη λειτουργικότητα των παγκρεατικών και εντερικών πεπτικών ενζύμων (που λειτουργούν σε αλκαλικό περιβάλλον) και ως εκ τούτου καταστρέφει τον εντερικό βλεννογόνο, με συνέπεια να προκαλεί σύνδρομο δυσαπορρόφησης και διάρροια.
Σήμερα ασθενείς με συμπτώματα ελκοπάθειας πιθανό να υποβάλλονται σε μια μέτρηση γαστρίνης πιο πρώιμα από ότι παλαιότερα και έτσι εκείνοι που έχουν το σύνδρομο αναγνωρίζονται πιο εύκολα και θεραπεύονται με αντιεκκριτικά φάρμακα πριν η νόσος εξελιχθεί στα σοβαρά της στάδια. Από την άλλη πλευρά όμως πολύ περισσότεροι ασθενείς λαμβάνουν αντιεκκριτικά φάρμακα και έτσι η συμπτωματολογία του συνδρόμου καλύπτεται.
Τα κύρια συμπτώματα του εν λόγω συνδρόμου είναι εκείνα που προκαλούνται από το πεπτικό σύστημα, λόγω της όξινης υπερέκκρισης, με το επιγαστρικό άλγος να ανευρίσκεται σε περίπου 75% των ασθενών. Σχεδόν τα δύο τρίτα των πασχόντων εμφανίζουν διάρροια, αλλά μόνο το 10-20% των ασθενών έχουν επίμονη διάρροια κατά τη διάγνωση.
Το επιγαστρικό άλγος προέρχεται από την εμφάνιση πολλαπλών και εμμενόντων ελκών κυρίως στο δωδεκαδάκτυλο και τον στόμαχο (90%) αλλά και σε μη συνήθεις περιοχές του πεπτικού σωλήνα (μεταβολβική μοίρα του 12δακτύλου, λεπτό έντερο, και οισοφάγος πιο σπάνια). Οι πιο συχνές επιπλοκές του πεπτικού έλκους είναι η ναυτία και ο έμετος (30%), η αιμορραγία (10%) και η διάτρηση (7%). Περίπου το ένα τρίτο των ασθενών παρουσιάζεται με συμπτώματα οισοφαγίτιδας από γαστροοισοφαγική παλινδρόμιση.
Το σύνδρομο αυτό πρέπει να αποκλειστεί σε όλους τους ασθενείς με πεπτικό έλκος που δεν ελέγχεται εύκολα με φαρμακευτική αγωγή, βαριάς μορφής οισοφαγίτιδα ή και επίμονη εκκριτική διάρροια. Γενικά η κλινική εικόνα του ΣΖΕ μπορεί να είναι ασαφής και ως εκ τούτου η διάγνωση είναι πολλές φορές δύσκολη. 
Κλινικά σημεία που μπορεί να μας οδηγήσουν στη διάγνωση αναφέρονται εδώ:
  1. Μεταβολβικό έλκος δωδεκαδακτύλου
  2. Πολλαπλά έλκη δωδεκαδακτύλου και νήστιδος
  3. Πεπτικό έλκος με διάρροια
  4. Πεπτικό έλκος ανθιστάμενο στη θεραπεία
  5. Ιστορικό έλκους και νεφρολιθίαση
  6. Υποτροπή πεπτικού έλκους και απουσία λοίμωξης με Helicobacter pylori ή χρήση NSAID
  7. Οικογενειακό ιστορικό πεπτικού έλκους και υπερασβεστιαιμίας
Το 50% περίπου των γαστρινωμάτων μεθίσταται στους επιχώριους λεμφαδένες ή στο ήπαρ και κατά συνέπεια είναι κακόηθες. Η διάγνωση του γαστρινώματος μπορεί να γίνει με την μέτρηση της γαστρίνης, η οποία είναι στις περιπτώσεις αυτή ιδιαίτερα υψηλή (>1000 pg/ml). Το 90% των γαστρινωμάτων βρίσκεται στο περίφημο ανατομικό τρίγωνο του γαστρινώματος, του οποίου οι κορυφές καθορίζονται από τα εξής σημεία: την ένωση του κυστικού με τον χοληδόχο πόρο, την μετάβαση της 2ης στην 3η μοίρα του 12δάκτυλου και το όριο μεταξύ της κεφαλής και του σώματος του παγκρέατος. Η πλειοψηφία των δωδεκαδακτυλικών γαστρινωμάτων είναι μικρά (<2 cm) και εντοπίζονται στον υποβλεννογόνιο. Το γεγονός αυτό καθιστά την ενδοσκοπική εκτομή τους επικίνδυνη. Περισσότερα από το 90% αυτών απαντώνται στην πρώτη και δεύτερη μοίρα του δωδεκαδακτύλου, ενώ πάνω από 50% είναι μονήρη. Σε αντίθεση τα παγκρεατικά και περιπαγκρεατικά γαστρινώματα είναι >2 cm σε μέγεθος και όσο μεγαλύτερο το γαστρίνωμα τόσο μεγαλύτερη η πιθανότητα μετάστασης τους στο ήπαρ.
Τα γαστρινώματα μεθίστανται στο ήπαρ, στους λεμφαδένες, στα οστά και σε άλλες πιο σπάνιες θέσεις. Γενικά, οι μεταστάσεις στο ήπαρ είναι αποτέλεσμα της σποραδικής μορφής της νόσου, κυρίως δε από μεγάλους (>3 cm) σποραδικούς παγκρεατικούς όγκους, ενώ οι μεταστάσεις στους λεμφαδένες δεν φαίνεται να εξαρτώνται από το μέγεθος ή τη θέση του αρχικού όγκου (τα δωδεκαδακτυλικά και τα παγκρεατικά γαστρινώματα φαίνεται να είναι εξίσου κακοήθη, περίπου δε 50% των μεταστάσεων ανευρίσκεται στους λεμφαδένες). Δεν είναι σίγουρο εάν όλοι αυτοί οι λεμφαδένες που περιέχουν στοιχεία γαστρινώματος είναι αληθινές μεταστάσεις, μιας και περιστασιακά ο λεμφαδενικός καθαρισμός οδηγεί σε μακρό διάστημα ελεύθερο νόσου και θεραπείας. Δεν είναι επίσης ακόμη βέβαιο, αν δεν έχει ανευρεθεί η πρωτοπαθής εστία, αν μια εξωπαγκρεατική εντόπιση γαστρινώματος σε ένα λεμφαδένα είναι η πρωτοπαθής εστία ή εάν ο λεμφαδένας είναι μια μετάσταση μιας πολύ μικρής και αδιάγνωστης εστίας γαστρινώματος στο πάγκρεας ή το δωδεκαδάκτυλο.
Με δεδομένο ότι το γαστρίνωμα είναι σχετικά δύσκολο και να διαγνωσθεί και να θεραπευθεί, νεώτερες μέθοδοι εντοπισμού και αντιμετώπισής του αποκτούν ιδιαίτερη σημασία.

Δείτε σχετικά στους παρακάτω συνδέσμους:

Ο ΚΑΚΟΗΘΗΣ ΟΓΚΟΣ ΓΑΣΤΡΙΝΩΜΑ, Ο ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΕΞΟΥΔΕΤΕΡΩΣΗ ΤΟΥ

ΕΓΚΑΙΡΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΣΤΟ ΠΕΠΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου