Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2014

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΟΦΟΙ ΑΠΑΝΤΟΥΝ ΣΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ ΖΩΗ...



ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΟΦΟΙ ΚΑΙ Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ Δ. ΛΙΑΝΤΙΝΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΟΥΝ ΝΑ ΔΩΣΟΥΝ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ ΖΩΗ...


Λέμε απλά: Υπάρχει ζωή μετά θάνατο. Αλλά πιά ζωή; Οι Έλληνες μας είπαν ότι ο άνθρωπος καθώς πεθαίνει εξαφανίζεται, χάνεται... Ο Όμηρος παραδείγματος χάριν, λέει στη Ραψωδία Ζ' της Ιλιάδας, σε μιά στιχομυθία ανάμεσα σε δύο ήρωες, στον Αντίλοχο το γιό του Νέστορα και τον Γλαύκο, έναν Τρώα, που συναντιούνται και βρίσκονται αδερφοποιτοί, τον περίφημο στίχο, "οίη περ φύλλων γενεή, τοίη δε και ανδρών", εμείς οι άνθρωποι δηλαδή είμαστε όμοιοι με τις γενιές των φύλλων. Βλέπεις ένα φύλλο στο δέντρο, μεγαλώνει, πρασινίζει, λάμπει, λαμποκοπάει, έρχεται το φθινόπωρο, μαραγκιάζει, συρρικνώνεται, μαραίνεται, πέφτει, το παίρνει η βροχή και η λάσπη, εξαφανίζεται. Τέτοιοι είμαστε εμείς, οι άνθρωποι. Σαν τις γενιές των φύλλων. Καμία παρηγοριά, φιλοσοφικά. Το ίδιο πράγμα θα μας πει ο Πίνδαρος στον περίφημο όγδοο Πυθιώνικο, που λέει εκείνους τους δύο φοβερούς στίχους: Επάμεροι, εφήμεροι δηλαδή, είμαστε... Τι δε τις; τι δ' ου τις; σκιάς όναρ άνθρωπος. Τι είμαστε; Τι δεν είμαστε; Είμαστε στο βαθμό που δεν είμαστε, αύριο δε θά 'μαστε. Σκιάς όναρ, όνειρο σκιάς είναι ο άνθρωπος, ούτε καν όνειρο, ούτε καν σκιά. Όνειρο σκιάς...
Υπάρχει ζωή όμως μετά θάνατο... Εκείνο που μένει όταν θα πεθάνουμε είναι η καλή μνήμη που αφήνουμε στους ανθρώπους. Είναι, δηλαδή, αυτό που λέμε διαφορετικά στη φιλοσοφία ενδοκοσμική αθανασία... Υπάρχουν άνθρωποι που πεθάνανε και τους ξέρουμε, τους μνημονεύουμε, τους μελετάμε, τους θαυμάζουμε... Ο Παστέρ, ο Φλέμινγκ, χιλιάδες άνθρωποι που προσέφεραν και ευεργέτησαν τον άνθρωπο. Από εδώ άλλωστε ξεκινάει η περίφημη εκείνη φράση του λαού μας που  λέει: τον πλούτον εμίσησαν πολλοί, την δόξαν ουδείς. Και αυτό σημαίνει τον βαθύτερο πόθο που έχει ο άνθρωπος να ζήσει αγαθή η μνήμη του όσο γίνεται... Λέμε Καραϊσκάκης και δακρύζουμε, λέμε Μάρκος Μπότσαρης και δακρύζουμε και αυτή είναι η μνήμη που μένει... Αυτό το παράδειγμα αρχετυπικά μας το δώσανε οι Έλληνες, με την περίφημη ραψωδία της Οδύσσειας, την Κ' , την Κυκλώπεια. Ας θυμηθούμε... Ο Οδυσσέας με τους συντρόφους του βρίσκεται στα στενά. Τον αρπάζει ένας κύκλωπας, τον εγκλωβίζει μέσα σε μιά σπηλιά και αρχίζει μετά εκεί το μεγάλο μακελειό. Τη μιά βραδιά τρώει δύο, την άλλη άλλους δύο, την άλλη άλλους δύο, κοιτάει και ο Οδυσσέας τρέμοντας ... Πού το βρήκαν αυτό το τέρας ; Οπότε τον βλέπει ο Κύκλωπας και του λέει : Εσύ μ' αρέσεις, θα σε φάω τελευταίο. Πώς σε λένε; Λέει ο Οδυσσέας: Ούτιν με κυκλήσκουσι Κύκλωψ. Το όνομά μου είναι κανείς, "ούτις". Όχι κάποιος, κανείς..! "Ούτιν με κυκλήσκουσι τοκίες οι δε εταίροι οι δε φίλοι άλλοι πάντες". Με φωνάζουνε κανένα. Δεν έχει όνομα. Είναι ανυπόστατος... Όταν περνάει τη φοβερή περιπέτεια όμως και επιβάλλεται και νικάει και διασώζεται, κυριαρχεί και εξοντώνει, με τον τρόπο που εξόντωσε τον Κύκλωπα και βγαίνει έξω με τα κριάρια και μπαίνει στο πλοίο, τον άτιμο, λέει, θα του μιλήσω. Ο Κύκλωπας είναι απάνω και σφαδάζει σαν τα χταπόδια, χτυπιέται τυφλός, φωνάζει, στους βράχους. Πάμε Βασιλιά να φύγουμε του λένε οι σύντροφοι, θα πετάξει κανένα βράχο, θα μας βουλιάξει. Όχι, δεν τον κρατάει κανείς τον Οδυσσέα. Και φωνάζει: Έε! Κύκλωψ, άτσαλε και χάχα! Αν σε ρωτήσουνε, ποιός σου έδωσε αυτή την άγρια τυφλωμάρα, ("αεικελίην αλαωτήν" στο πρωτότυπο), να πεις, ο Οδυσσέας, ο γιός του Λαέρτη, ο καστροκαταλήτης ("φάσθαι Οδυσσήα πτολιπόρθιον εξαλαώσαι")!
Ξεκινάει, λοιπόν, ο άνθρωπος σαν ο κανείς, ανυπόστατος, μπαίνει στην περιπέτεια αυτή τη φοβερή, που είναι η περιπέτεια της ζωής για τον καθένα, κι αφού τη νικάει και δημιουργεί, δείχνει ότι δημιουργεί, παίρνει όνομα, γίνεται επώνυμος... Αυτό που μένει, δηλαδή, μετά θάνατον είναι η καλή μας η μνήμη... Και γι'αυτό όλοι αγωνίζονται...

                                        (Από διάλεξη του Δ. Λιαντίνη για την "Φιλοσοφική Θεώρηση του Θανάτου")


Δείτε παρακάτω τα σχετικά βίντεο.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου